Ο ιδιοπαθής βλεφαρόσπασμος συγκαταλέγεται στις παθήσεις της υπερλειτουργίας των μυών του προσώπου και χαρακτηρίζεται από μη ελεγχόμενη σύσπαση των βλεφάρων και των δύο ματιών. Η νόσος εμφανίζεται ως αποτέλεσμα προοδευτικής εκφύλισης του κεντρικού νευρικού συστήματος στο επίπεδο των βασικών γαγγλίων.
Ο βλεφαρόσπασμος αφορά κυρίως ηλικιωμένους ανθρώπους και εμφανίζεται αρχικά με αύξηση του βλεφαρισμού και από τις δύο πλευρές του προσώπου. Όταν συμμετέχει και το κάτω μέρος του προσώπου με ανώμαλες κινήσεις αποκαλείται σύνδρομο Meige.
Για τη σωστή διάγνωση της νόσου πρέπει να συνυπολογιστούν παράγοντες όπως:
Για τη σωστή διάγνωση ο ιατρός θα πρέπει να διαιρέσει το πρόσωπο σε τεταρτημόρια και να επιβεβαιώσει με ερωτήσεις προς τον ασθενή ποιο τμήμα του προσώπου αφορά και ποιος είναι ο χαρακτήρας του σπασμού. Αν ο σπασμός αφορά και τα δύο μάτια ο ασθενής πάσχει από βλεφαρόσπασμο ή κάποιο τικ (μη ελεγχόμενος σπασμός –κίνηση) του προσώπου. Αν η ηλικία του ασθενή είναι μικρότερη των 50 ετών, τότε πιθανόν να πρόκειται για κάποιο τικ.
Στον ιδιοπαθή βλεφαρόσπασμο τα συμπτώματα συνήθως μειώνονται όταν ο ασθενής είναι απασχολημένος και επιδεινώνονται όταν προσπαθεί να οδηγήσει ή να διαβάσει, ενώ οι ασθενείς αυτοί σε ποσοστό 56% δεν μπορούν να οδηγήσουν, 46% δεν μπορούν να διαβάσουν, 41% δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τηλεόραση και μόνο το 14% δεν εμφανίζει σημαντική αναπηρία. Ένα ποσοστό 20% μπορεί να αρχίσει με ετερόπλευρη προσβολή αλλά αργότερα θα επηρεαστεί και ο άλλος οφθαλμός σε όλους τους ασθενείς.
Ο ιδιοπαθής βλεφαρόσπασμος είναι μια διαταραχή που διαρκεί σε όλη τη ζωή του ασθενούς. Συνήθως υπάρχει επιδείνωση των συμπτωμάτων τα πρώτα 5 χρόνια και μετά σταθεροποιούνται. Μπορεί να οδηγήσει σε άγχος και κατάθλιψη.
Ο ιδιοπαθής βλεφαρόσπασμος δύσκολα ελέγχεται πλήρως. Συστήνεται φαρμακευτική αγωγή από το στόμα που συνήθως δε δίνει ικανοποιητικά αποτελέσματα και προτιμάται ως συμπληρωματική θεραπεία με αλλαντική τοξίνη (botox ή dysport) ή εγχείρηση.
Η χρήση ειδικών φακών μειώνει τη φωτοφοβία στο 70% των ασθενών.
Η αλλαντική τοξίνη ανακουφίζει την πλειονότητα των ασθενών, λίγες ημέρες μετά τη χορήγησή της ενέσιμα και για διάρκεια 3-4 μηνών, ενώ χρησιμοποιείται με ασφάλεια τα τελευταία 20 χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια για τους ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται στη θεραπεία με αλλαντική τοξίνη έχει αναπτυχθεί μια χειρουργική επέμβαση μυεκτομής, κατά την οποία γίνεται αφαίρεση του πυραμοειδή, του επισκύνιου, του κογχικού σφιγκτήρα και τμήματος του προδιαφραγματικού και προταρσικού σφιγκτήρα από το άνω βλέφαρο. Ακόμα όμως και με την επέμβαση αυτή, οι περισσότεροι ασθενείς εξακολουθούν να χρειάζονται ενέσεις αλλαντικής τοξίνης έστω και σε μικρότερη δόση και με μεγαλύτερη διάρκεια δράσης.
Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα www.blepharospasm.org
Q&A ΓΙΑ ΤΟ ΒΛΕΦΑΡΟΣΠΑΣΜΟ
Ποια είναι τα συμπτώματα του βλεφαρόσπασμου;
Τα μάτια μας αξίζουν όλη μας την προσοχή. Η σωστή διάγνωση νοσημάτων που αφορούν στα μάτια και η έγκαιρη αντιμετώπισή τους είναι μία πολύπλοκη διαδικασία που χρειάζεται γνώσεις, εμπειρία και ιδιαίτερες δεξιότητες από το χειρουργό Οφθαλμίατρο. Η πολυετής εμπειρία του Αθανάσιου Ρουμελιώτη, MD, και η συνεχής του κατάρτιση και ενημέρωση, σε συνδυασμό με τη χρήση σύγχρονων διαγνωστικών μηχανημάτων εξασφαλίζουν την υγεία των ματιών σε κάθε βήμα, διάγνωσης και αντιμετώπισης.