Η απώλεια ενός ματιού από τραυματισμό, όγκο ή ασθένεια σε τελικό στάδιο που έχει βλάψει ανεπανόρθωτα την όραση, όπως γλαύκωμα ή διαβήτης, έχει εξαιρετικά μεγάλη επίδραση στην αυτοπεποίθηση και τον αυτοσεβασμό του ατόμου, εκτός από το πρακτικό ζήτημα της προσαρμογής της όρασης μόνο από το ένα μάτι. Οι μονόφθαλμοι ασθενείς, πρέπει να αποκαταστήσουν την εξωτερική όψη του ματιού και να επιστρέψουν το ταχύτερο στις καθημερινές τους ασχολίες παρά την μερική απώλεια της περιφερικής όρασης και της αντίληψης του βάθους.
Όταν υπάρχει ανάγκη για πλήρη αφαίρεση του οφθαλμού, τότε αναφερόμαστε σε εξόρυξη, όπου αφαιρείται όλος ο οφθαλμός μαζί με τους μύες και κόβεται το οπτικό νεύρο. Η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί με γενική αναισθησία, ενώ ο ασθενής έχει την επιλογή να αναχωρήσει για το σπίτι του ή να μείνει στο νοσοκομείο για μία βραδιά. Η χειρουργική διαδικασία διαρκεί περίπου μία ώρα. Μετά την απομάκρυνση του ματιού τοποθετείται ειδικό ενδοκογχικό μόσχευμα και εξωτερικά ειδικός διαμορφωτής κολπωμάτων (conformer) που θα βοηθήσει στη διατήρηση του απαραίτητου χώρου για να τοποθετηθεί η οφθαλμική πρόθεση έπειτα από 4 έως 6 εβδομάδες.
Μετά την επέμβαση ο ασθενής μπορεί να αισθάνεται πόνο για 3 με 5 ημέρες που αντιμετωπίζεται με παυσίπονα και μπορεί να χρειαστεί λήψη αντιβίωσης από το στόμα για περιορισμένο χρόνο. Το μάτι θα παραμείνει κλειστό μετά την εγχείρηση για πέντε ημέρες και στη συνέχεια θα δοθεί αγωγή με οφθαλμικές σταγόνες ή αλοιφές.
Η αφαίρεση μόνο του εσωτερικού περιεχομένου του οφθαλμού (κερατοειδής, ίριδα, φακός, υαλώδες και αμφιβληστροειδής), χωρίς την απομάκρυνση του λευκού προστατευτικού, του σκληρού χιτώνα, όπου οι εξoφθάλμιοι μύες παραμένουν άθικτοι καθώς και το οπτικό νεύρο, ονομάζεται εξεντέρωση ή εκκένωση βολβού. Και στην εξεντέρωση τοποθετείται ενδοκογχικό μόσχευμα πίσω από τον σκληρό χιτώνα και εξωτερικά διατηρητής κολπωμάτων μέχρι την τοποθέτηση νέας οφθαλμικής πρόθεσης που προσομοιάζει με φακό επαφής και έχει ζωγραφισμένη την ίριδα του φυσιολογικού ματιού στο ίδιο χρώμα. Η επέμβαση μπορεί να γίνει υπό τοπική ή γενική αναισθησία και συνήθως γίνεται με παραμονή λίγων ωρών στο νοσοκομείο χωρίς διανυκτέρευση.
Η εκκένωση είναι μία πιο γρήγορη και πιο απλή χειρουργική μέθοδος, στην οποία σημειώνονται λιγότερες ανατομικές διαταραχές στον οφθαλμικό κόγχο, με το αποτέλεσμα να είναι συνήθως αισθητικά και κινητικά καλύτερο συγκριτικά με την εξόρυξη.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις όπου η εξόρυξη επιβάλλεται. Περιπτώσεις όπως όγκοι ματιών (π.χ. μελάνωμα) ή υποψίες για όγκο επιβάλλουν τη λύση της εξόρυξης.
Και οι δύο επεμβάσεις έχουν κινδύνους και επιπλοκές όπως απόρριψη ή έκθεση του ενδοκογχικού μοσχεύματος, διαταραχές των βλεφαρικών κολπωμάτων κα. Στην πλειοψηφία όμως των περιπτώσεων έχουμε ένα πολύ καλό αισθητικό αποτέλεσμα χωρίς ιδιαίτερες ενοχλήσεις για τον ασθενή.
Τα μάτια μας αξίζουν όλη μας την προσοχή. Η σωστή διάγνωση νοσημάτων που αφορούν στα μάτια και η έγκαιρη αντιμετώπισή τους είναι μία πολύπλοκη διαδικασία που χρειάζεται γνώσεις, εμπειρία και ιδιαίτερες δεξιότητες από το χειρουργό Οφθαλμίατρο. Η πολυετής εμπειρία του Αθανάσιου Ρουμελιώτη, MD, και η συνεχής του κατάρτιση και ενημέρωση, σε συνδυασμό με τη χρήση σύγχρονων διαγνωστικών μηχανημάτων εξασφαλίζουν την υγεία των ματιών σε κάθε βήμα, διάγνωσης και αντιμετώπισης.